τύραννος

τύραννος
Έτσι ονομαζόταν στην αρχαιότητα ο ανώτατος άρχων. Αργότερα, ο άνθρωπος που καταλάμβανε τα ανώτατα αξιώματα και τα ασκούσε κατά τρόπο αυθαίρετο και ανεξέλεγκτο. Στον Μεσαίωνα, ο ιδιώτης που σφετεριζόταν τη βασιλική εξουσία, χωρίς να έχει το δικαίωμα. Στο νεότερο κράτος δικαίου, ο δικτάτορας, αυτός που αναλαμβάνει να ασκεί το σύνολο των εξουσιών κατά παράβαση του συντάγματος και της νομιμότητας.
* * *
ο, ΝΜΑ, και τύραγνος Ν, και επικ. και δωρ. τ. κοίρανος και ως επίθ. τύραννος, -ον, και τύραννος, ἡ, Α
1. ανώτατος άρχων, δεσπότης, βασιλιάς («τὸν τύραννον Οἰδίπουν», Σοφ.)
2. (γενικά) απόλυτος άρχων που κληρονόμησε ή έχει καταλάβει την εξουσία με την βία και την απάτη και τήν ασκεί κατά τρόπο αυθαίρετο και καταπιεστικό, δυνάστης («ὕβρις φυτεύει τύραννον», Σοφ.)
3. μτφ. α) απόλυτος κύριος, εξουσιαστής («ἔρωτα... τὸν τύραννον ἀνδρῶν», Ευρ.)
β) καταπιεστής, βασανιστής («δεν θέλω τύραννο πάνω από το κεφάλι μου»)
4. φρ. «τριάκοντα τύραννοι» — βλ. τριάκοντα
νεοελλ.
1. ζωολ. το πιο αντιπροσωπευτικό γένος τής οικογένειας στρουθιόμορφων πτηνών τύραννοι
2. στον πληθ. οι τύραννοι
ζωολ. οικογένεια στρουθιόμορφων πτηνών τού Νέου Κόσμου, γνωστή παλαιότερα και ως τυραννίδες, με 300 περίπου είδη γνωστά με την κοινή ονομασία μυγοχάφτες τής Αμερικής, λόγω τών παρόμοιων τροφικών συνηθειών τους με τα πουλιά αυτά
μσν.
1. αποστάτης, στασιαστής («ἀπεκεφάλισεν αὐτὸν ὡς τύραννον», Μαλάλ. Ι.)
2. ως επίθ. στασιαστικός («ἔθνος φιλοθόρυβόν τε καὶ τύραννον», Θεοφύλ. Σ.)
μσν.-αρχ.
ως επίθ. δεσποτικός, απολυταρχικός
αρχ.
1. (κατ' επέκτ.) α) γιος τυράννου
β) κάθε μέλος τής οικογένειας τυράννου
2. άτομο παράνομο
3. (ως θηλ.) ἡ τύραννος
η γυναίκα ή η κόρη τού τυράννου
4. ως επίθ. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ανώτατο άρχοντα, στον τύραννο, τυραννικός (α. «τύραννα σκῆπτρα», Αισχύλ.
β. «τύραννον δῶμα» — τα ανάκτορα, Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Πρόκειται πιθ. για λ. που ανάγεται στο προελληνικό γλωσσικό υπόστρωμα ή για δάνεια λ. από την περιοχή τής Μικράς Ασίας (πρβλ. και τα συνώνυμα βασιλεύς, ἄναξ). Ο επικ. ωστόσο τ. κοίρανος* έχει ινδοευρωπαϊκή προέλευση. Αμφίβολη είναι η σύνδεση τής λ. τύραννος με το ετρουσκικό turan. Η λ. με τη νεοελλ. σημ. ως επιστημ. όρος είναι αντιδάνεια, πρβλ. νεολατ. tyrannus και tyrannidae].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Τύραννος — an absolute ruler masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τύραννος — an absolute ruler masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τύραννος — ο 1. ο απόλυτος άρχοντας που κατέλαβε με τη βία την εξουσία και τη διατηρεί με τη βία, που κυβερνά αυθαίρετα και καταπιέζει το λαό. 2. μτφ., καταπιεστής, βασανιστής, δεσποτικός, ενοχλητικός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τυράννοις — τύραννος an absolute ruler masc dat pl τύραννος an absolute ruler neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τυράννοισι — τύραννος an absolute ruler masc dat pl (epic ionic aeolic) τύραννος an absolute ruler neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τυράννω — Τύραννος an absolute ruler masc nom/voc/acc dual Τύραννος an absolute ruler masc gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τυράννω — τύραννος an absolute ruler masc nom/voc/acc dual τύραννος an absolute ruler masc gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τυράννων — τύραννος an absolute ruler masc gen pl τύραννος an absolute ruler neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Тиранн — (Τύραννος) 1) софист, уроженец Ефеса, быть может учитель апостола Павла; 2) телохранитель Ирода …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Тиранн — (Τύραννος) 1) софист, уроженец Ефеса, быть может учитель апостола Павла; 2) телохранитель Ирода …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”